Η ενδοοικογενειακή βία δεν είναι σπάνιο φαινόμενο και οι μορφές που μπορεί να έχει ποικίλλουν: σωματική, λεκτική, ψυχολογική, σεξουαλική ή οικονομική. Οι πραγματικές της διαστάσεις δεν είναι εφικτό να προσδιοριστούν, γιατί στο μεγαλύτερο ποσοστό της συγκαλύπτεται από τα ίδια τα θύματά της, που στην πλειοψηφία τους είναι γυναίκες. Ωστόσο, οι αριθμοί ενδοοικογενειακής κακοποίησης που έχουν καταγραφεί είναι αρκετοί για να καταδείξουν ότι πρόκειται για ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα.
Ποιες είναι οι πιο κοινές μορφές ενδοοικογενειακής βίας και πώς αναγνωρίζονται
Σωματική βία: Με τον όρο σωματική βία αναφερόμαστε σε οποιαδήποτε σωματική επαφή πραγματοποιείται με σκοπό την απειλή, τον εκφοβισμό ή τον τραυματισμό. Ενδεικτικά, σωματική βία αποτελούν το σπρώξιμο, το σφιχτό κράτημα, το φτύσιμο, ένα χαστούκι και φυσικά ο ξυλοδαρμός.
Ψυχολογική βία: Η ψυχολογική ή συναισθηματική κακοποίηση μπορεί να πραγματοποιηθεί με πολλούς τρόπους και εκφράζεται κυρίως λεκτικά με προσβολές ή απειλές. Σκοπός της είναι η χειραγώγηση του θύματος, η πρόκληση άγχους, η προσβολή της αξιοπρέπειας, η απώλεια της αυτοπεποίθησης και της αυτοεκτίμησης. Συχνά το θύμα καθίσταται ανίκανο να διαχειρίζεται και να ελέγχει τη ζωή του, περιθωριοποιείται και οδηγείται στην κατάθλιψη.
Σεξουαλική βία: Η σεξουαλική κακοποίηση αφορά οποιαδήποτε σεξουαλική δραστηριότητα στην οποία το θύμα χωρίς να το επιθυμεί αναγκάζεται να συμμετέχει. Πέρα από τη σεξουαλική επαφή ή τη χρήση βίας κατά τη διάρκεια αυτής, σεξουαλική κακοποίηση είναι και ο εξαναγκασμός σε παρακολούθηση πορνογραφικού υλικού, ή σε φωτογράφηση σεξουαλικού χαρακτήρα. Κι όλα αυτά ισχύουν και στις περιπτώσεις που υπάρχει συντροφική σχέση ή γάμος. Κανείς δεν έχει δικαίωμα να κακοποιήσει κάποιον άλλο σεξουαλικά, ακόμη και αν είναι σύντροφός του.
Οικονομική βία: Οικονομική βία υπάρχει στις περιπτώσεις που κάποιος χρησιμοποιεί τα χρήματα για να ελέγξει τη ζωή του συντρόφου του. Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι παρακρατεί τα χρήματα από την εργασία του ή τον εμποδίζει να βρει εργασία. Πάντα με στόχο τη δημιουργία αίσθησης εξάρτησης.
Για ποιους λόγους η ενδοοικογενειακή βία συγκαλύπτεται
Ποικίλουν κατά περίσταση οι λόγοι που τα θύματα της ενδοοικογενειακής βίας δεν καταφεύγουν στην καταγγελία.
Κάποια από αυτά δεν αντιλαμβάνονται τη σοβαρότητα μιας βίαιης συμπεριφοράς. Επινοούν διάφορες δικαιολογίες, όπως «ήταν μεθυσμένος και δεν ήξερε τι έκανε», «είναι πιεσμένος από τη δουλειά του» ή «υποφέρει από μία ψυχική ασθένεια» κ.λπ. Είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι δεν υπάρχουν δικαιολογίες σε καμία βίαιη συμπεριφορά.
Συχνά, κάποια θύματα υποβαθμίζουν αυτό που συνέβη και έμμεσα υπερασπίζονται τον θήτη τους με δικαιολογίες και πάλι του τύπου «απλά μου έβαλε τις φωνές, είναι φωνακλάς, τι να γίνει;», «ένα σπρώξιμο ήταν μόνο», «δεν με χτύπησε και τόσο δυνατά».
Δεν είναι λίγα και τα θύματα που δικαιολογούν την κακοποίηση και πιστεύουν ότι την προκάλεσαν από δικά τους λάθη. Αλλά και κάποιοι δράστες με χειριστική συμπεριφορά μπορεί να κάνουν το θύμα τους να αισθάνεται ότι ευθύνεται για ό,τι έγινε («εσύ με οδήγησες σε αυτό»). Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για κακοποιητικές συμπεριφορές και ότι το θύμα δεν μπορεί να κατηγορηθεί για κανέναν λόγο.
Πολλά στόματα θυμάτων μένουν κλειστά και από φόβο. Φοβούνται ότι αν καταγγείλουν την κακοποίηση θα υποστούν ακόμη μεγαλύτερη. Αλλά ακόμη μεγαλύτερος είναι ο φόβος της εγκατάλειψής τους από τον δράστη και της μοναξιάς, όσο κι αν ακούγεται παράδοξο. Μία καταγγελία ενδοοικογενειακής βίας μπορεί να οδηγήσει σε διάλυση μία σχέση ή έναν γάμο, που με τη σειρά της συνεπάγεται αλλαγές και ενδεχομένως δυσκολίες που σχετίζονται με τη στέγη, τα οικονομικά, τον κοινωνικό περίγυρο. Έτσι, κυριαρχεί ο φόβος για το «άγνωστο» που μπορεί να ακολουθήσει μία καταγγελία, όμως αυτός ο φόβος είναι πάντα αντιμετωπίσιμος και σίγουρα ασφαλέστερος.
Η ελπίδα ότι ο σύντροφός τους θα αλλάξει και θα σταματήσει να είναι βίαιος είναι ένας ακόμη λόγος που πολλά θύματα βίας σωπαίνουν. Η εμπειρία, όμως, έχει δείξει ότι η βίαιη συμπεριφορά κάθε μορφής, λεκτική, σωματική, οικονομική κ.λπ., επαναλαμβάνεται. Κάποιος που έχει υπάρξει μία φορά βίαιος προς τον σύντροφό του θα το επαναλάβει, ακόμη κι αν μεσολαβήσει μεγάλο χρονικό διάστημα. Αποτελεί γι’ αυτόν έναν τρόπο να εκφράζεται και να επιβάλει τις απόψεις του. Τα συγκεκριμένα θύματα είναι συνήθως εξαρτημένα από τους θύτες του, οικονομικά κατά κύριο λόγο.
Ακόμη, η ενδοοικογενειακή βία συχνά αποσιωπάται όταν υπάρχουν παιδιά, στο όνομα της «ενωμένης οικογένειας». Ωστόσο, έχει παρατηρηθεί ότι και σε αυτές τις περιπτώσεις τα παιδιά είναι πιο ασφαλή και πιο ευτυχισμένα, όταν οι γονείς χωρίσουν και σταματήσει η κακοποιητική σχέση μεταξύ τους.
Και πάντα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι υπάρχουν κρατικές δομές και ιδιωτικοί φορείς στους οποίους τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας μπορούν να αναζητήσουν καταφύγιο και κάθε μορφής στήριξη.
Ποιοι είναι οι κίνδυνοι της ενδοοικογενειακής βίας
Η ενδοοικογενειακή βία έχει σοβαρότατες συνέπειες, ειδικά όταν είναι μακροχρόνια.
Πρώτον, πάντα εγκυμονεί ο κίνδυνος σωματικής ή διανοητικής βλάβης για το θύμα. Είναι συχνοί οι τραυματισμοί, χωρίς να είναι αμελητέος και ο αριθμός των θανατηφόρων. Κατά τη σωματική, ψυχολογική, σεξουαλική ή οικονομικοί κακοποίηση τα θύματα υποφέρουν ψυχολογικά και αναπτύσσουν προβλήματα ψυχικής υγείας, που τους ακολουθούν στην υπόλοιπη ζωή τους. Τέτοια προβλήματα μπορεί να είναι η κατάθλιψη, οι κρίσεις πανικού, το έντονο στρες ή η χαμηλή αυτοεκτίμηση.
Στις περιπτώσεις που στο οικογενειακό περιβάλλον υπάρχουν παιδιά, ακόμη κι αν τα ίδια δεν έχουν υποστεί κακοποίηση, βιώνουν το κλίμα της ενδοοικογενειακής βίας με σοβαρές συνέπειες στην ψυχική υγεία τους. Κάποια από αυτά θα πιστέψουν ότι η βία είναι μία «φυσιολογική» συμπεριφορά και θα την υιοθετήσουν στη ζωή τους και στις μετέπειτα σχέσεις τους. Και φυσικά ανά πάσα στιγμή κινδυνεύουν και τα ίδια να πέσουν θύματα βίας μέσα στην οικογένεια από κάποιον γονέα.
Ο ρόλος της Συμβουλευτικής και της Ψυχοθεραπείας στην ενδοοικογενειακή βία
Ακόμη κι αν τα σωματικά τραύματα επουλωθούν, οι ψυχολογικές επιπτώσεις κάθε μορφή ενδοοικογενειακής βίας σημαδεύουν τη ζωή των θυμάτων, τα ακολουθούν σε κάθε μετέπειτα σχέση τους και, συχνά χωρίς να είναι εμφανείς, καθορίζουν τη ζωή τους. Η Συμβουλευτική ή η Ψυχοθεραπεία από έναν έμπειρο επαγγελματία μπορεί να βοηθήσει ουσιαστικά το θύμα να ξεπεράσει αυτές τις επιπτώσεις και απελευθερωμένο από ενοχές να βρει ισορροπία στη ζωή του. Ποτέ δεν είναι αργά για να απευθυνθεί το θύμα σε κάποιον εξειδικευμένο ψυχοθεραπευτή που θα του δείξει τον δρόμο για μία ποιοτικότερη ζωή και για ποιοτικότερες σχέσεις.